νικέλιο

νικέλιο
Χημικό στοιχείο με σύμβολο Ni. Ανήκει στην όγδοη ομάδα του περιοδικού συστήματος των στοιχείων, έχει ατομικό αριθμό 28, ατομικό βάρος 58,71 και πέντε σταθερά και μερικά ακτινεργά ισότοπα. Είναι μέτρια διαδεδομένο στη φύση (αποτελεί το 0,016% του γήινου φλοιού), κυρίως στην κατάσταση των ενώσεων, σε πολυάριθμα ορυκτά, όπως ο πεντλανδίτης, ο νικελίτης και ο γκαρνιερίτης, αλλά βρίσκεται και σε ελεύθερη κατάσταση, συνήθως μαζί με τον σίδηρο. To ν. χρησιμοποιήθηκε ως κράμα από τα αρχαιότατα χρόνια, περισσότερο από τους Κινέζους, αλλά απομονώθηκε σε κράμα με το αρσενικό μόνο το 1751 από τον Σουηδό μεταλλαολόγο Άξελ Φρέντρικ Κρόνστεντ (1722 – 1765) και παραλήφθηκε σε καθαρή κατάσταση στις αρχές του περασμένου αιώνα. Το μεταλλικό ν. παρασκευάζεται από τα ορυκτά του, τα οποία υποβάλλονται σε φρύξη και αναγωγή με άνθρακα. Είναι μέταλλο με στίλβουσα ανοιχτόχρωμη όψη, αρκετά μαλακό και ελατό, με έντονο σιδηρομαγνητισμό, τήκεται στους 1455°C, έχει ειδικό βάρος 8,9, σκληρότητα 210 Μπρινέλ (ελασματοποιημένο και ψυχρό) και ηλεκτρική αγωγιμότητα σχεδόν ίση με το 1/6 του χαλκού· είναι διαλυτό στο νιτρικό οξύ (ελάχιστα στα άλλα ανόργανα οξέα), οξειδώνεται στον αέρα και παρουσιάζει υψηλές καταλυτικές ιδιότητες. Η αντοχή του στα αλκάλια είναι ανώτερη από οποιοδήποτε μέταλλο, ακόμα και από το γυαλί. To ν. εμφανίζει σθένη από 1 έως 4 και μπορεί να σχηματίσει 4 σειρές αντιστοίχων ενώσεων· από τις ενώσεις του σταθερές είναι μόνο οι δισθενείς, από τις οποίες οι σημαντικότερες είναι: το οξείδιο, που χρησιμοποιείται κυρίως στην κεραμική και στην υαλουργία - το χλωριούχο και το θεϊκό παράγωγο που χρησιμοποιούνται στη γαλβανοπλαστική· το νιτρικό, που χρησιμοποιείται ως καταλύτης. To ν. σχηματίζει σύμπλοκα άλατα, γενικά έγχρωμα και μια ένωση με το οξείδιο του άνθρακα, το νικελιοκαρβονύλιο [Ni(CO)4]. Το ν. δίνει επίσης ένα χηλικό με τη διμεθυλγλυοξίμη, χρώματος έντονα ερυθρού, που χρειάζεται στην έρευνα και στους αναλυτικούς προσδιορισμούς. To ν. στη μεταλλική κατάσταση χρησιμοποιείται για την κοπή κερμάτων και μεταλλίων, για εργαστηριακές και βιομηχανικές συσκευές, για τη γαλβανοπλαστική επικάλυψη άλλων μετάλλων (επινικέλωση), ως καταλύτης στη χημική βιομηχανία των υδρογονώσεων (επειδή έχει υψηλή προσροφητική ισχύ για το οξυγόνο) και ως συστατικό των κραμάτων με σίδηρο, χαλκό, χρώμιο κλπ., επειδή βελτιώνει τις μηχανικές ιδιότητές τους και την αντίστασή τους στη διάβρωση. Το ν. χρησιμοποιείται επίσης σε ειδικές μπαταρίες, κατάλληλες για πολεμική χρήση και στην αεροναυτική, οι οποίες έχουν αντικαταστήσει ολοκληρωτικά τις μπαταρίες μολύβδου. Οι πυκνωτές ν., εκτός από την ελαφρότητα, έχουν, ανάλογα με τον όγκο τους, σημαντικά ανώτερη χωρητικότητα.
* * *
το
χημ. λαμπερό αργυρόλευκο μεταλλικό χημικό στοιχείο μετάπτωσης, σκληρότερο από τα συνήθη μέταλλα, με σύμβολο Ni, ατομικό αριθμό 28 και σημείο τήξης 1.453°C, το οποίο χρησιμοποιείται για την επικάλυψη μεταλλικών αντικειμένων ώστε να προφυλάσσονται από οξειδώσεις αλλά και να αποκτούν λεία και στιλπνή επιφάνεια, για την παρασκευή κραμάτων με πολύ σημαντικές ιδιότητες ή για την κατασκευή οργάνων ακριβείας, νομισμάτων, ηλεκτρικών αντιστάσεων κ.ά. προϊόντων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < νίκελ. Η λ. μαρτυρείται από το 1861 στους Ελληνικούς Κώδικες].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • νικέλιο — το χημικό μεταλλικό στοιχείο χρώματος αργυρόλευκου, αλλ. νίκελ …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • κοβάλτιο — Χημικό στοιχείο με σύμβολο Co. Ανήκει στη δεύτερη υποομάδα της όγδοης ομάδας του περιοδικού συστήματος, με ατομικό αριθμό 27, ατομική μάζα 58,93 και σημείο τήξης 1.495°C. Έχει μόνο ένα σταθερό ισότοπο. Στον γήινο φλοιό, το κ. βρίσκεται σε πολλά… …   Dictionary of Greek

  • χάλυβας — Κράμα του σιδήρου, στο οποίο περιέχεται άνθρακας κατά 1,7 1,8% και άλλα μεταλλικά και μη μεταλλικά στοιχεία, κατάλληλα για να προσδώσουν στο κράμα ειδικές ιδιότητες (βανάδιο, βολφράμιο, νικέλιο, χρώμιο), ενώ άλλα στοιχεία βρίσκονται ως… …   Dictionary of Greek

  • κράμα — Μεταλλικό προϊόν, το οποίο αποτελείται από δύο ή περισσότερα στοιχεία και έχει τη μορφή στερεού διαλύματος, διαμεταλλικής ένωσης ή μείγματος μεταλλικών φάσεων. Τα κ. σχηματίζονται με ανάμειξη των μετάλλων σε κατάσταση τήξης, για να δώσουν, μετά… …   Dictionary of Greek

  • νικέλινος — η, ο κατασκευασμένος από νικέλιο. [ΕΤΥΜΟΛ. < νικέλιο. Η λ. μαρτυρείται από το 1894 στην εφημερίδα Ακρόπολις] …   Dictionary of Greek

  • ολιγοστοιχεία — Χημικά στοιχεία που βρίσκονται στους ζωντανούς οργανισμούς σε χαμηλές συγκεντρώσεις (συνήθως χιλιοστά τοις εκατό ή λιγότερο). Ο όρος χρησιμοποιείται ακόμα για να δηλώσει έναν αριθμό χημικών στοιχείων που περιέχονται σε διάφορα είδη εδαφών, σε… …   Dictionary of Greek

  • σιδηροπυρίτης — Ορυκτό του σίδηρου και του θείου (FeS2), πολύ διαδομένο στη φύση. Κρυσταλλώνεται στην παρημιεδρία του κυβικού συστήματος, προκαλώντας το σχηματισμό μιας ευρείας κλίμακας κρυσταλλικών μορφών· συνηθέστερες είναι η κυβική, η οκταεδρική, η… …   Dictionary of Greek

  • Νέα Καληδονία — (Nouvelle Caledonie). Νησί (19.058 τ. χλμ., 222.900 κάτ. το 2003) του νοτιοδυτικού Ειρηνικού ωκεανού, λίγο βορειότερα από τον Τροπικό του Αιγόκερω και σε απόσταση περίπου 1.500 χλμ. από τις ακτές της Αυστραλίας.Είναι υπερπόντιο έδαφος της Γαλλίας …   Dictionary of Greek

  • Στοιχεία — Ουσίες με ομογενή ατομική σύσταση, που αντιπροσωπεύουν τα τελικά όρια στα οποία όλα τα υλικά σώματα μπορούν να υποδιαιρεθούν με χημικά μέσα. Στα σ., στην ελεύθερη κατάσταση τους (μη ενωμένα) τα άτομα συνενώνονται σε μόρια που αποτελούνται από 2… …   Dictionary of Greek

  • Ωκεανία — Με αυτόν τον όρο χαρακτηρίζεται ολόκληρος ο νησιωτικός κόσμος που βρίσκεται στον Ειρηνικό ωκεανό, εκτείνεται προς Α των νησιωτικών συγκροτημάτων της ανατολικής Ασίας, της Νέας Γουινέας και της Αυστραλίας και προς Δ των νησιών του ανατολικού… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”